30 Αυγούστου 2008

Καθημερινότητα

Μωρό μου, η ζωή περνάει αργοπορημένη, με καφέδες, ψώνια στο σουπερμάρκετ κι ατέλειωτες ώρες γραφείου. Κατά τ’ άλλα, τα σύννεφα βουλιάζουν στον ορίζοντα και συ είσαι, μερικές φορές το μήνα, λυπημένη. Σε φοβάμαι μερικές φορές, όταν κάθεσαι κει και τα μάτια σου είναι γυάλινα. Σε λυπάμαι μερικές φορές, όταν φεύγεις σε άνυδρες εκτάσεις γης.
Λες ότι πας να βρεις την αγάπη αλλά βρίσκεις μόνο σπασμένα γυαλιά. Ματώνεις και ξαναγυρνάς από την πίσω πόρτα της κουζίνας. Τα παιδιά κοιμούνται, βράζεις το γάλα, μου ετοιμάζεις καφέ, ντύνεσαι για τη δουλειά κι έρχεσαι και με φιλάς καθώς κουμπώνεις το σακάκι σου.
Αφήνεις πατημασιές από αίμα, κουζίνα, μπάνιο και πάλι πίσω, κρεβατοκάμαρα….όλες οι μικρές σου διαδρομές μες στην αιωνιότητα.
Μωρό μου, σε μισώ μερικές φορές.

19 Αυγούστου 2008

eclipse



Πάντως απόψε είναι μια καλή μοναχική βραδιά και δε με πειράζει που εντέλει δεν βγήκα. Έχει και τα καλά της η μοναξιά. Πανσέληνος Αυγούστου κρυμμένη πίσω από την έκλειψη σελήνης απόψε, το καινούργιο κοκτέιλ βότκα με χυμό καρπούζι που ανακάλυψα, το laptop στη βεράντα, μέσα σε οργιαστική βλάστηση να παίζει εναλλάξ Bregovic και Σαββόπουλο, κι εγώ να προσπαθώ να αναγνώσω τα ερωτηματικά της ψυχής μου! Γιατί έμεινα μόνη; Τι φταίει που δεν έχω πλέον παρέα να πάω διακοπές; - η εμμονή μου τον τελευταίο καιρό. Τι είδους ζωή θέλω να έχω και πότε θα ξεκινήσω να την διεκδικώ; Θυμάμαι τώρα τα όνειρα της εφηβείας μου, τον Jack Nikolson στο easy rider κι ένα σχόλιο που διάβασα σ’ ένα site του κώλου που απευθυνόταν όμως σε μας, στη γενιά μου: ‘έχαψες το παραμύθι που σου σερβίρανε οι κάθε λογής Κωστόπουλοι’ και οι στοίβες το 01 –τυχαίνει να έχω κι εγώ μια τέτοια στοίβα πάνω από το προσκέφαλο του κρεβατιού μου στο εφηβικό μου δωμάτιο που οι γονείς μου είχαν τη δυνατότητα να κρατήσουν ανέπαφο, όπως τη μέρα που το άφησα –

για την δήθεν άνετη ζωή και το χαϊλίκι; Τόσα χρόνια μετά, ζεις ακόμα σε μια τρύπα και κάνεις τρεις δουλειές για να συντηρηθείς!!! Κι αναρωτιέσαι που είναι η μεγάλη ζωή που σου τάξανε, οι προβολείς, τα τζακούζι, η πισίνα, τα κοκτέιλ στο φως του φεγγαριού;….και καταλήγει ο καλός ανώνυμος φίλος μου του άσχετου site ….ένας απλός καταναλωτής είσαι όλο κι όλο φίλε μου. Αυτό προοριζόταν η δική σας ή γενιά να υπηρετήσει: το όραμα του καταναλωτισμού…. Σας χρησιμοποίησαν και σας φτύσανε φίλε μου, λέω εγώ. Το όραμα του υλιστικού ευδαιμονισμού τους ποτέ δεν θα ανατείλει σ’ έναν πλανήτη διαβρωμένο από απόβλητα. Η ήττα της γενιάς του thirty something είναι πλέον γεγονός. Οδεύουμε στα σαράντα με βαρείς τους ώμους από αναπάντητα γιατί.
Δεν ξέρω τι συμβαίνει, δεν ξέρω τι φταίει, ξέρω όμως σίγουρα ότι οι δικοί μας οι γονείς είχαν βαδίσει με πιο σταθερό βηματισμό σ’ αυτά τα μονοπάτια. Είχαν τις πληγές τους, δε λέω, έτρεφαν όμως αυτή την αθώα εκτίμηση για τη ζωή. Εκτίμηση που, στις μέρες μας μ’ όλα τα high tech προϊόντα και τις high speed υπηρεσίες, εξέλιπε.






Κι ας κολλήσω εδώ κι ένα, άγνωστο στους πολλούς, αισθητικό διαμαντάκι του Σαββόπουλου του «μην πετάξεις τίποτα», του Σαββόπουλου του ‘94, ναι καλά καταλάβατε, αυτού, ακριβώς, του αμφιλεγόμενου, του απρόβλεπτου, του άκρως, μέσα στον κομφορμισμό του, αντιστασιακού «καραγκιόζη»….


Πρεσθλάβες
Στο ράδιο φωτεινοί σταθμοί περνούσανε
Πρεσθλάβες, Βελιγράδι - στείλ' του ένα φιλί!
Και μες στο φιλί ο Πέτρος τόσος δα γουλί
τα σύνορα περνάει μ' ενα φόρντ τάουνους
κι απ' του Τίτο τους Λατίνους σαν τον Τέν-Τέν περνάει
στο επόμενο καρρέ και στο θρανίο μου πλάι.

Στο πλάι μου η δασκάλα τον ενθρόνισε
κι ο δίσκος του βιού-μάστερ φεγγοβόλησε.
Στην Κύπρο δυο αγχόνες εικονίστηκαν
βιτρίνες στα Ταταύλα θρυμματίστηκαν
φωτίστηκαν οι Ούγγροι στα οδοφράγματα.

Μετά πίσω απ' τον χάρτη βγήκαν οι καπνοί
βγήκαν τ' άλογα του Ισλάμ ψηλά στον Δούναβη
κι εμάς ζωγραφιστούς με δυο κυανόλευκες
σαν δύο χερουβείμ με σχολικές ποδιές
κρυφά μας διακτίνισε η μεγάπτερος
στους πλανήτες του '50, στο ουρανί τζούκ μπόξ.

Τρέχουν οι ειδήσεις
σαν παραισθήσεις.
Του Φερραίου οι τόποι
στην Ευρώπη.

Μεσήλιξ τώρα εγώ σε οθόνη έγχρωμη
ξυπνώ με τις Πρεσθλάβες να βουίζουνε.
Οι δείχτες στο ρολόι γυρνούν ανάποδα
στον παιδικό μου εθνικισμό, τον πιο παγκόσμιο.

Κι ακόμη πιο βαθιά στο Θείο Βυζάντιο
στη λάμψη με του Κύριλλου το αλφάβητο
πού μείναμε βρε Πέτρο μου ολομόναχοι;
Παράξενη σιωπή: Εδώ Βαλκάνια.
Ρουμάνοι, Σέρβοι, Ρώσοι, Αλβανοί, Ρωμιοί.
Τούς βλέπεις στο μετρό φυλές αλλόκοτες
μικροί δερματοκέφαλοι των γκράφιτι
σαν γλόμποι με την γλαύκα στο πηλίκιο
έτη φωτός μακριά απ' τον Γαλαξία τους
η ακτίνα έχει σβήσει, πουθενά επαφή.

Μ' ακούει και θα γελάει τώρα ο φίλος μου.
Μες στης παλιάς Ηλεκτρικής το εργοστάσιο
εκεί στο λούνα παρκ στον Λευκό Πύργο πλάι
το αυγό του αετού, δυο κεφαλές πετάει!

Τρέχουν οι ειδήσεις
σαν παραισθήσεις.
Του Φερραίου οι τόποι
στην Ευρώπη.

10 Αυγούστου 2008

Πλάκα κάνω....

Όταν ήμουν παιδί ανακάλυψα ότι ήμουν πολύ καλή στη μπλόφα. Ξέρετε τι είναι! Αυτό το παιχνίδι στα χαρτιά; που κερδίζει ο πιο ψεύτης;
Μετά από απανωτές νίκες, κατάλαβα ότι ήμουν πολύ δυνατή.
Και μετά, ανακάλυψα την έννοια της διπλής μπλόφας.
Ξέρεις τι είναι, μωρό μου!
Αυτό το παιχνίδι στην αγάπη; που σου λέω ‘δε σ’ αγαπώ πια’, για να νομίσεις ότι σου κρύβομαι… για να μη δεις πόσο μου ράγισες την καρδιά…

Υ.Γ.Μα όπως και να 'χει, για διπλή μπλόφα πρόκειται, διάβολε!!!
μη βάζεις και το χέρι σου στη φωτιά...

Η Τασούλα

Εμάθατε τι εγίνη στης Πάτρας τα χωριά;
Εντύθηκε μια κόρη, η κακούργα, στα ευρωπαϊκά.
Παίρνει τον εραστή της και πάει στο καφενέ,
το καφετζή διατάζει η κακούργα, καφέ και ναργελέ.

Σηκώνεται ο Βαγγέλης και πάει στο καφενέ,
βλέπει την αδελφή του τη Τασούλα, φουμάρει ναργελέ.
"Γιατί μωρή Τασούλα με το ρολόι σου, επρόσβαλες
εμένα το Βαγγέλη κι ούλο το σόι σου;
Γιατί μωρή Τασούλα με την καδίνα σου, επρόδωσες
εμένα το Βαγγέλη και την πατρίδα σου;"

Δυο μαχαιριές της δίνει μες στη δεξιά μεριά,
της έφαγε συκώτι της καημένης και τη μισή καρδιά.
Κι όταν την επερνούσαν από τα μαγαζιά, ράγισαν
τα ποτήρια της καημένης και σπάσαν τα γυαλιά.

Στίχοι: Παραδοσιακό
Μουσική: Παραδοσιακό
Εκτελέσεις: Νένα Βενετσάνου, Cafe Greco.


Και κάτι δυνατό, γιατί είναι Αύγουστος κι αντέχουμε, ε παιδιά;