03 Ιουνίου 2006

Βιοπάλη

Το τελευταίο μεσημέρι της Άνοιξης το πέρασα σε ένα πραγματικά άθλιο μέρος, σε μια γωνιά του ταχυδρομείου μ’ ένα χαρτάκι στην τσέπη που έλεγε ότι θα περιμένω πολύ ακόμα.

Μπαίνει ένας παλιός μου φίλος. Είχα χρόνια να τον δω.

-Α, κι εσύ εδώ; μου κάνει, τι περιμένεις;

-Έχω κάποια γράμματα να ταχυδρομήσω και άλλα τινά εγκλήματα προς διεκπεραίωση - στην πραγματικότητα, μόνο το ΤΕΒΕ περιμένω να πληρώσω.

-Ακόμα δε βαρέθηκες να καταδιώκεις φαντάσματα;

Κι έφυγε.

Κοίταξα γύρω μου: Άτονα πρόσωπα, κουρασμένα παπούτσια, χέρια αδειανά… Είναι στιγμές που η πραγματικότητα είναι τόσο άθλια που, αν την κοιτάξεις κατάματα, δε σου μένει παρά η αυτοχειρία. Δυστυχώς η όρασή μου, ακόμα, λειτουργεί εις το ακέραιο. Κάτι πρέπει να κάνω και ‘γω για να εξασφαλίσω τα προς το ζειν!