21 Αυγούστου 2007


Σκέφτομαι τώρα τον Οδυσσέα…. με τι φτηνά κόλπα μ΄ έριξε στο κρεβάτι…. Εγώ θα πάρω διαζύγιο….Η γυναίκα μου δεν με καταλαβαίνει… κι εγώ θέλω αλλά δεν μπορώ…κ.ο.κ.

Αν κρίνω από το περιεχόμενο, ήταν πολύ απλοϊκό και πολύ αφελές για να έχει πείσει, πόσο μάλλον για να έχει ξελογιάσει, μια γυναίκα της δικής μου συνομοταξίας, μια γυναίκα ανεξάρτητη τόσο όσο κι ανατολίτισσα, αντιφατική στο έπακρο σημείο, σημείο ικανό να την καθιστά ασύλληπτη, σχεδόν αόρατη στα ταπεινά μπακαλοδεύτερα της επαρχιώτικης μπουρζουαζίας.


Ναι, δεν μπορεί να ήταν το περιεχόμενο

Δεν μπορεί να ήταν καν ο τρόπος που ήταν διατυπωμένο αυτό το περιεχόμενο: ασαφής, αγχωμένος, βιαστικός...

Υπάρχει κάτι εδώ που παρεμβάλλεται,

Κάτι που δεν αφορά στο τώρα

Κάτι που ξεπληρώνει παλιούς λογαριασμούς

Κι αυτό το κάτι είναι που ξεθωριάζει το σήμερα

Αυτό το αόρατο κάτι πληρώσαμε μωρό μου.

Εσύ, με την –καταναγκαστική- σιωπή σου

Εγώ, με την –όλο ασέβεια- ακατάσχετη φλυαρία μου



Α, και να μη ξεχνιόμαστε…- πάλι εσύ έχασες

Μόνο που για σένα, για δική μου δυστυχία δηλαδή,

η ήττα

το πιο λαμπρό σου τρόπαιο είναι

Ας ήξερα πως το κάνεις αυτό

Ας ήξερα ποιος κακός άνεμος στο σταυροδρόμι μου σ’ έφερε

Για να με σημαδέψεις

Γιατί

Απ’ όλα τα παραμύθια

Που μου διαβάσανε

Το πιο λυπημένο τέλος

Το δικό μας

Το είχε…